Ευκαμψία στα πολωνικά
Μετάφραση: ευκαμψία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dyspozycyjność, dyspozycyjny, gibkość, dowolność, elastyczność, giętkość, elastyczności, elastyczność w
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευκαμψία
ευκαμψία ευλυγισία, ευκαμψία ορισμός, κηρώδης ευκαμψία, ευκαμψία συνώνυμα, ευκαμψία λεξικό γλώσσας πολωνικά, ευκαμψία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ευκάλυπτος στα πολωνικά - eukaliptus, eukaliptusowy, eukaliptusa, eucalyptus, z eukaliptusa
- ευκαιρία στα πολωνικά - trafić, okazja, zaryzykować, okazyjny, szansa, traf, prawdopodobieństwo, ...
- ευκατάστατος στα πολωνικά - bogaty, zamożny, zasobny, majętny, zamożnych, zamożni, dobrze sytuowanych, ...
- ευκολία στα πολωνικά - łatwość, zręczność, obiekt, ułatwienie, udogodnienie, zgodliwość, łagodzić, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευκαμψία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dyspozycyjność, dyspozycyjny, gibkość, dowolność, elastyczność, giętkość, elastyczności, elastyczność w
Μεταφράσεις: dyspozycyjność, dyspozycyjny, gibkość, dowolność, elastyczność, giętkość, elastyczności, elastyczność w