Καταδικασμένος στα λιθουανικά

Μετάφραση: καταδικασμένος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pasmerktas, pasmerkti, pasmerkta, pasmerktos, lemta
Καταδικασμένος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταδικασμένος

καταδικασμένος στίχοι, καταδικασμένος σε θάνατο δραπέτευσε, καταδικασμένος χολίδης, ο καταδικασμένοσ, καταδικασμένος στην ανεργία επειδή είναι έλληνας, καταδικασμένος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καταδικασμένος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • καταδεικνύω στα λιθουανικά - liudyti, evince, liudija, Demonstruoti, Įrodinėti
  • καταδικάζω στα λιθουανικά - kalinys, sakinys, prakeiktas, pasmerkti, iškeikti, prakeikti, kritikuoti
  • καταδικαστέος στα λιθουανικά - šlykštus, bjaurus, Nosodāms, smerktinas, Peļams
  • καταδιώκω στα λιθουανικά - vytis, persekioti, persekiojimas, vaikymasis, gainioti
Τυχαίες λέξεις
Καταδικασμένος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pasmerktas, pasmerkti, pasmerkta, pasmerktos, lemta