Καταδικασμένος στα ρωσικά

Μετάφραση: καταδικασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
осужденный, забракованный, приговоренный, обреченный, обречены, обречен, обречена, обречено
Καταδικασμένος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταδικασμένος

καταδικασμένος στίχοι, καταδικασμένος σε θάνατο δραπέτευσε, καταδικασμένος χολίδης, ο καταδικασμένοσ, καταδικασμένος στην ανεργία επειδή είναι έλληνας, καταδικασμένος λεξικό γλώσσας ρωσικά, καταδικασμένος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • καταδεικνύω στα ρωσικά - запрещать, декларировать, свидетельствовать, возгласить, провозглашать, возвещать, говорить, ...
  • καταδικάζω στα ρωσικά - узник, засудить, порицать, ссыльный, приговор, наказание, обрекать, ...
  • καταδικαστέος στα ρωσικά - предосудительный, ужасный, проклятое, проклятый, чертова, проклятую
  • καταδιώκω στα ρωσικά - гончая, затравить, преследовать, докучать, выжлец, заклевать, собака, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταδικασμένος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: осужденный, забракованный, приговоренный, обреченный, обречены, обречен, обречена, обречено