Καταδικασμένος στα νορβηγικά
Μετάφραση: καταδικασμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dømt, dømt til, fortapt, er dømt, dødsdømt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταδικασμένος
καταδικασμένος στίχοι, καταδικασμένος σε θάνατο δραπέτευσε, καταδικασμένος χολίδης, ο καταδικασμένοσ, καταδικασμένος στην ανεργία επειδή είναι έλληνας, καταδικασμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, καταδικασμένος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- καταδεικνύω στα νορβηγικά - bekjentgjøre, evince
- καταδικάζω στα νορβηγικά - fange, setning, dømme, fordømme, dom, jævla, faen, ...
- καταδικαστέος στα νορβηγικά - forbannet, fordømte, fordømt
- καταδιώκω στα νορβηγικά - jage, chase, jakten, jakt, forfølgelse
Τυχαίες λέξεις
Καταδικασμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: dømt, dømt til, fortapt, er dømt, dødsdømt
Μεταφράσεις: dømt, dømt til, fortapt, er dømt, dødsdømt