Λαβή στα λιθουανικά

Μετάφραση: λαβή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rankena, tvarkyti, dirbti, valdyti, apdoroti
Λαβή στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαβή

λαβή ψυγείου liebherr, λαβή εξώπορτας, λαβή rautek, λαβή καφετιέρας εσπρέσσο krups, λαβή heimlich, λαβή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, λαβή στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • λίτρο στα λιθουανικά - litras, l, litro, litrų, litre
  • λαίμαργος στα λιθουανικά - ernis, apsirijėlis, ėdrūnas, nepasotinamas žmogus, besotis
  • λαβίδα στα λιθουανικά - pincetas, Pincetai, Tweezers, pincetu, žnyplelės
  • λαβωμένος στα λιθουανικά - sužeistas, sužeisti, sužeista, žaizdos, sužeistųjų
Τυχαίες λέξεις
Λαβή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rankena, tvarkyti, dirbti, valdyti, apdoroti