Λαβή στα δανικά

Μετάφραση: λαβή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
håndtag, gribe, hank, håndtere, at håndtere, håndterer, klare, behandle
Λαβή στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαβή

λαβή ψυγείου liebherr, λαβή εξώπορτας, λαβή rautek, λαβή καφετιέρας εσπρέσσο krups, λαβή heimlich, λαβή λεξικό γλώσσας δανικά, λαβή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • λίτρο στα δανικά - liter, l, liters
  • λαίμαργος στα δανικά - gerrig, grovæder, glutton, Fraadser, grådig, frådser
  • λαβίδα στα δανικά - tang, pincet, pincetter, en pincet, pincetten, pincet til
  • λαβωμένος στα δανικά - sårede, såret, saaret, saarede
Τυχαίες λέξεις
Λαβή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: håndtag, gribe, hank, håndtere, at håndtere, håndterer, klare, behandle