Λαβή στα ουκρανικά

Μετάφραση: λαβή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
затирати, хватка, ручка, затискати, схоплювання, обробляти, опрацьовувати
Λαβή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαβή

λαβή ψυγείου liebherr, λαβή εξώπορτας, λαβή rautek, λαβή καφετιέρας εσπρέσσο krups, λαβή heimlich, λαβή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λαβή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • λίτρο στα ουκρανικά - лакмус, літровий
  • λαίμαργος στα ουκρανικά - жадний, зажерливий, пожадливий, ненажерливий, ненажера, Обжора, обжера
  • λαβίδα στα ουκρανικά - щипці, пінцет, пинцет
  • λαβωμένος στα ουκρανικά - заведений, поранений, поранено, поранена
Τυχαίες λέξεις
Λαβή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: затирати, хватка, ручка, затискати, схоплювання, обробляти, опрацьовувати