Μεγαλειώδης στα λιθουανικά

Μετάφραση: μεγαλειώδης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
didysis, Grand, didžiojo, didelis
Μεγαλειώδης στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεγαλειώδης

μεγαλειώδης συγκέντρωση στην θεσσαλονίκη, μεγαλειώδης συνώνυμα, μεγαλειώδης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μεγαλειώδης στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • μεγέθυνση στα λιθουανικά - didinimas, didinimo, padidinimas, priartinimas, didinimu
  • μεγαλείο στα λιθουανικά - šlovė, garbė, grožybė, spindesys, prabanga, didybė, prabangoje
  • μεγαλοποιώ στα λιθουανικά - pereikvoti, Viršyti, perdėti, Viršyti kreditą, Nadbierać
  • μεγαλοπρέπεια στα λιθουανικά - puikybė, puikumas, didybę, didybe, Wystawność
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλειώδης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: didysis, Grand, didžiojo, didelis