Μεγαλειώδης στα πολωνικά
Μετάφραση: μεγαλειώδης, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
majestatyczny, wielki, wspaniały, okazały, Grand, wielka
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγαλειώδης
μεγαλειώδης συγκέντρωση στην θεσσαλονίκη, μεγαλειώδης συνώνυμα, μεγαλειώδης λεξικό γλώσσας πολωνικά, μεγαλειώδης στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μεγέθυνση στα πολωνικά - rozwodzenie, powiększenie, powiększenia, powiększeniu, powiększeniem, Powiększanie
- μεγαλείο στα πολωνικά - okazałość, mość, chwała, majestat, wspaniałość, szlachetność, chluba, ...
- μεγαλοποιώ στα πολωνικά - wyolbrzymić, powiększać, powiększyć, wzmacniać, wyolbrzymiać, nadbierać, overdraw, ...
- μεγαλοπρέπεια στα πολωνικά - mość, majestatyczność, majestat, wspaniałość, okazałość, świetność, przepych, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλειώδης στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: majestatyczny, wielki, wspaniały, okazały, Grand, wielka
Μεταφράσεις: majestatyczny, wielki, wspaniały, okazały, Grand, wielka