Μεγαλειώδης στα τσεχικά

Μετάφραση: μεγαλειώδης, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
majestátní, královský, velký, grand, slavnostní, velkolepý, velkolepá
Μεγαλειώδης στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεγαλειώδης

μεγαλειώδης συγκέντρωση στην θεσσαλονίκη, μεγαλειώδης συνώνυμα, μεγαλειώδης λεξικό γλώσσας τσεχικά, μεγαλειώδης στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • μεγέθυνση στα τσεχικά - zvětšení, zvětšenina, rozšíření, zvětšením, zvětšování
  • μεγαλείο στα τσεχικά - majestátnost, svatozář, veličenstvo, velkolepost, vznešenost, lesk, sláva, ...
  • μεγαλοποιώ στα τσεχικά - zveličovat, zvětšit, zvětšovat, zesilovat, přehánět, zveličit, překročit, ...
  • μεγαλοπρέπεια στα τσεχικά - majestátnost, veličenstvo, vznešenost, velkolepost, nádhera, nádheru, výsostnost
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλειώδης στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: majestátní, královský, velký, grand, slavnostní, velkolepý, velkolepá