Μολύβι στα λιθουανικά
Μετάφραση: μολύβι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pieštukas, pieštuku, pieštukų, pencil, pieštuko
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μολύβι
μολύβι φάμπερ νούμερο δύο, μολύβι ματιών, μολύβι φρυδιών mac, μολύβι temolino, μολύβι χειλιών, μολύβι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μολύβι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μολυβής στα λιθουανικά - įpykęs, melsvai pilkšvas, Zsiniały, Įsiutęs
- μολυσματικός στα λιθουανικά - infekcinis, užkrėsta infekciniu, užkrečianti, infekcinę, infekcinio
- μολύνω στα λιθουανικά - užkrėsti, užkrečia, infekuoti, infekuoja, užsikrėsti
- μομφή στα λιθουανικά - priekaištas, priekaištauti, panieką, gėda, tyčiosis
Τυχαίες λέξεις
Μολύβι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pieštukas, pieštuku, pieštukų, pencil, pieštuko
Μεταφράσεις: pieštukas, pieštuku, pieštukų, pencil, pieštuko