Μολύβι στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: μολύβι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
молив, моливот, со молив, пенкало
Μολύβι στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μολύβι

μολύβι φάμπερ νούμερο δύο, μολύβι ματιών, μολύβι φρυδιών mac, μολύβι temolino, μολύβι χειλιών, μολύβι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μολύβι στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • μολυβής στα σλαβομακεδονικά - бесен, бледо, бесен заради, синини, со синини
  • μολυσματικός στα σλαβομακεδονικά - инфективна, инфективен, инфективните, инфективни, заразни
  • μολύνω στα σλαβομακεδονικά - зарази, инфицираат, заразуваат, да се појават, се појават
  • μομφή στα σλαβομακεδονικά - срам, прекор, укор, од срам, укори
Τυχαίες λέξεις
Μολύβι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: молив, моливот, со молив, пенкало