Μολύβι στα σουηδικά
Μετάφραση: μολύβι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
penna, blyertspenna, ritar, rita, blyerts
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μολύβι
μολύβι φάμπερ νούμερο δύο, μολύβι ματιών, μολύβι φρυδιών mac, μολύβι temolino, μολύβι χειλιών, μολύβι λεξικό γλώσσας σουηδικά, μολύβι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μολυβής στα σουηδικά - livid, aSKGRÅ, rasande, blågrå
- μολυσματικός στα σουηδικά - infective, infektiv, infektiös, infektiösa, infektiva
- μολύνω στα σουηδικά - besmitta, smitta, infektera, infekterar, infect, smittar
- μομφή στα σουηδικά - förebråelse, förebrå, smälek, förebråelser, förebrår
Τυχαίες λέξεις
Μολύβι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: penna, blyertspenna, ritar, rita, blyerts
Μεταφράσεις: penna, blyertspenna, ritar, rita, blyerts