Οπή στα λιθουανικά

Μετάφραση: οπή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
anga, skylė, skylę, hole, duobučių
Οπή στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οπή

διαμπερής οπή, οπή αμφιβληστροειδούς, λευκή οπή, οπή ετυμολογία, οπή της ωχράς, οπή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οπή στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • οξύς στα λιθουανικά - rūgštis, smailus, aštrus, stiprus, ūmus, ūminis, ūmaus
  • οξύτητα στα λιθουανικά - rūgštingumas, rūgštingumą, rūgštingumo, rūgščių
  • οπαδοί στα λιθουανικά - medžioklė, kitas, šis, pasekėjai, pasekėjų, sekėjai, stebėtojai, ...
  • οπαδός στα λιθουανικά - apaštalas, asistentas, pagalbininkas, padėjėjas, mokinys, sekėjas, pasekėjų, ...
Τυχαίες λέξεις
Οπή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: anga, skylė, skylę, hole, duobučių