Οπή στα εσθονικά
Μετάφραση: οπή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ava, auk, augu, auku, hole
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οπή
διαμπερής οπή, οπή αμφιβληστροειδούς, λευκή οπή, οπή ετυμολογία, οπή της ωχράς, οπή λεξικό γλώσσας εσθονικά, οπή στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- οξύς στα εσθονικά - kibe, lsd, akuutne, äge, ägeda, akuutse, ägedat
- οξύτητα στα εσθονικά - salvavus, kibedus, karedus, happesus, happesuse, happesust, hapete sisaldus, ...
- οπαδοί στα εσθονικά - järgmine, järgnev, pooldajaskond, järgijaid, järgijad, järgijate, järgijatele
- οπαδός στα εσθονικά - järgija, jünger, austaja, pooldaja, pühendunu, ihaleja, fänn, ...
Τυχαίες λέξεις
Οπή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ava, auk, augu, auku, hole
Μεταφράσεις: ava, auk, augu, auku, hole