Οπή στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: οπή, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дупка, отворот, отвор, дупката, дупки
Οπή στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οπή

διαμπερής οπή, οπή αμφιβληστροειδούς, λευκή οπή, οπή ετυμολογία, οπή της ωχράς, οπή λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, οπή στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • οξύς στα σλαβομακεδονικά - киселината, акутна, акутен, акутни, акутно, акутната
  • οξύτητα στα σλαβομακεδονικά - киселост, киселоста, на киселост, киселини, киселинност
  • οπαδοί στα σλαβομακεδονικά - следбеници, следбениците, приврзаници, симпатизерите
  • οπαδός στα σλαβομακεδονικά - следбеник, следбеникот, следбеничка, приврзаник, наследник
Τυχαίες λέξεις
Οπή στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: дупка, отворот, отвор, дупката, дупки