Οπή στα πορτογαλικά

Μετάφραση: οπή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bocal, fresta, fenda, vão, abertura, buraco, orifício, furo, orifício de, furo de
Οπή στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οπή

διαμπερής οπή, οπή αμφιβληστροειδούς, λευκή οπή, οπή ετυμολογία, οπή της ωχράς, οπή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οπή στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • οξύς στα πορτογαλικά - acerbo, acre, cortante, ácido, agudo, penetrante, pontiagudo, ...
  • οξύτητα στα πορτογαλικά - acidez, a acidez, de acidez, da acidez, acidez do
  • οπαδοί στα πορτογαλικά - seguidores, seguinte, os seguidores, adeptos, seguidores de, discípulos
  • οπαδός στα πορτογαλικά - discípulo, abanar, adepto, partidário, famoso, ventilador, seguidor, ...
Τυχαίες λέξεις
Οπή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bocal, fresta, fenda, vão, abertura, buraco, orifício, furo, orifício de, furo de