Ροή στα λιθουανικά

Μετάφραση: ροή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tekėti, srovė, srautas, srauto, srautą, pratekėjimas
Ροή στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ροή

ροή εκλογικών αποτελεσμάτων, ροή συνώνυμο, ροή φορτίου, ροή ειδήσεων, ροή αποτελεσμάτων εκλογών 2014, ροή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ροή στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ριψοκίνδυνος στα λιθουανικά - pavojingas, neapgalvotas, neapgalvotos, beatodairiškai, beatodairiškas, nutrūktgalviškas
  • ριψοκινδυνεύω στα λιθουανικά - pavojus, rizika, nuotykis, nuotykių, nuotykius, Adventure, Nuotykiai
  • ροδέλα στα λιθουανικά - poveržlė, skalbyklė, plovimo, apliejiklis, poveržlę
  • ροδαλός στα λιθουανικά - rausvas, išpuoštas, ryškūs, Spalvingas, klinikiniais
Τυχαίες λέξεις
Ροή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tekėti, srovė, srautas, srauto, srautą, pratekėjimas