Στιγμιότυπο στα λιθουανικά
Μετάφραση: στιγμιότυπο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
momentinė nuotrauka, fotografiją, apžvalga, snapshot
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στιγμιότυπο
στιγμιότυπο οθόνης, στιγμιότυπο οντότητας, στιγμιότυπο λεξικό, στιγμιότυπο αρμονικού κύματος, στιγμιότυπο ορισμόσ, στιγμιότυπο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στιγμιότυπο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στιγματίζω στα λιθουανικά - špaga, modelis, fasonas, kalavijas, kardas, niekinti, stigmatizuoti, ...
- στιγμιαίος στα λιθουανικά - momentas, akimirksnis, akimirka, momentinis, momentinė, tekančiojo, Akimirkinį, ...
- στιλβώνω στα λιθουανικά - poliruoti, blizginti, lenkų, Lenkijos, polish, lakas, lako
- στιλπνός στα λιθουανικά - blizgantis, blizgus, žvilganti, Lakuotais, Lśniący
Τυχαίες λέξεις
Στιγμιότυπο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: momentinė nuotrauka, fotografiją, apžvalga, snapshot
Μεταφράσεις: momentinė nuotrauka, fotografiją, apžvalga, snapshot