Στιγμιότυπο στα ολλανδικά
Μετάφραση: στιγμιότυπο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
momentopname, snapshot, foto
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στιγμιότυπο
στιγμιότυπο οθόνης, στιγμιότυπο οντότητας, στιγμιότυπο λεξικό, στιγμιότυπο αρμονικού κύματος, στιγμιότυπο ορισμόσ, στιγμιότυπο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, στιγμιότυπο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- στιγματίζω στα ολλανδικά - zwaard, degen, brandmerk, stigmatiseren, brandmerken, te stigmatiseren, stigmatisering, ...
- στιγμιαίος στα ολλανδικά - ogenblik, moment, tijdstip, tel, oogwenk, wip, ogenblikkelijk, ...
- στιλβώνω στα ολλανδικά - schoensmeer, pools, schoencrème, polijsten, Pools, poetsen, poetsmiddel, ...
- στιλπνός στα ολλανδικά - glanzend, glanzende, schitterend, luisterrijke
Τυχαίες λέξεις
Στιγμιότυπο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: momentopname, snapshot, foto
Μεταφράσεις: momentopname, snapshot, foto