Συγκεντρώνομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: συγκεντρώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rinkti, susirinkti, sutelkti, sutelkti dėmesį, koncentratas, susikoncentruoti, koncentruoti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεντρώνομαι
συγκεντρώνομαι αντίθετα, συγκεντρώνομαι στα αγγλικα, δεν συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνομαι συνωνυμα, συγκεντρώνομαι ετυμολογια, συγκεντρώνομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συγκεντρώνομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συγκεκριμένα στα λιθουανικά - konkrečiai, specialiai, ypač, būtent
- συγκεκριμένος στα λιθουανικά - tikslus, kruopštus, betonas, specifinis, konkretus, konkrečios, konkrečių, ...
- συγκεντρώνω στα λιθουανικά - rinkti, surinkti, renka, kaupti, surenka
- συγκινητικός στα λιθουανικά - judantis, juda, perkelti, judėti, judančių
Τυχαίες λέξεις
Συγκεντρώνομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rinkti, susirinkti, sutelkti, sutelkti dėmesį, koncentratas, susikoncentruoti, koncentruoti
Μεταφράσεις: rinkti, susirinkti, sutelkti, sutelkti dėmesį, koncentratas, susikoncentruoti, koncentruoti