Συγκεντρώνομαι στα σουηδικά
Μετάφραση: συγκεντρώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
plocka, skörda, anrika, koncentrera, samla, koncentrera sig, koncentreras, koncentrerar, koncentrat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεντρώνομαι
συγκεντρώνομαι αντίθετα, συγκεντρώνομαι στα αγγλικα, δεν συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνομαι συνωνυμα, συγκεντρώνομαι ετυμολογια, συγκεντρώνομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, συγκεντρώνομαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- συγκεκριμένα στα σουηδικά - specifikt, särskilt, speciellt, uttryckligen, bestämt
- συγκεκριμένος στα σουηδικά - exakt, konkret, precisera, ackurat, betong, specifik, specifika, ...
- συγκεντρώνω στα σουηδικά - marskalk, koncentrera, anrika, samla, samla in, samlar, samlar in, ...
- συγκινητικός στα σουηδικά - rörliga, flytta, flyttar, att flytta, rör sig
Τυχαίες λέξεις
Συγκεντρώνομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: plocka, skörda, anrika, koncentrera, samla, koncentrera sig, koncentreras, koncentrerar, koncentrat
Μεταφράσεις: plocka, skörda, anrika, koncentrera, samla, koncentrera sig, koncentreras, koncentrerar, koncentrat