Συγκεντρώνομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: συγκεντρώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гірчиці, сконцентруватися, концентрат, набирати, збиратися, зосередити, набрати, сконцентрувати, акцентувати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκεντρώνομαι
συγκεντρώνομαι αντίθετα, συγκεντρώνομαι στα αγγλικα, δεν συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνομαι συνωνυμα, συγκεντρώνομαι ετυμολογια, συγκεντρώνομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συγκεντρώνομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συγκεκριμένα στα ουκρανικά - особливо, специфічно, спеціально, конкретно, саме, безпосередньо
- συγκεκριμένος στα ουκρανικά - специфічний, особливий, бетонувати, бетон, конспект, конкретний, бетонний, ...
- συγκεντρώνω στα ουκρανικά - зефір, гірчиці, зосередити, концентрат, сконцентруватися, збирати, збиратимуть, ...
- συγκινητικός στα ουκρανικά - кіно, фільм, рухомих, рухаються, що рухаються
Τυχαίες λέξεις
Συγκεντρώνομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: гірчиці, сконцентруватися, концентрат, набирати, збиратися, зосередити, набрати, сконцентрувати, акцентувати
Μεταφράσεις: гірчиці, сконцентруватися, концентрат, набирати, збиратися, зосередити, набрати, сконцентрувати, акцентувати