Συκώτι στα λιθουανικά
Μετάφραση: συκώτι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kepenys, kepenų, kepenyse, kepenims, kepenis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συκώτι
συκώτι σαβόρε, συκώτι με μέλι, συκώτι αργυρώ, συκώτι μοσχαρίσιο, συκώτι μοσχαρίσιο θεικό, συκώτι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συκώτι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συκοφαντία στα λιθουανικά - šmeižtas, šmeižimas, apkalba, apkalbinėjimas, liežuvavimas
- συκοφαντικός στα λιθουανικά - Sykofancki
- συλλέγω στα λιθουανικά - surinkti, rinkti, renka, kaupti, surenka
- συλλέκτης στα λιθουανικά - kolektorius, surinkėjas, kolektoriaus, rinktuvas, kolektorinis
Τυχαίες λέξεις
Συκώτι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kepenys, kepenų, kepenyse, kepenims, kepenis
Μεταφράσεις: kepenys, kepenų, kepenyse, kepenims, kepenis