Συκώτι στα πολωνικά

Μετάφραση: συκώτι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wątróbka, wątroba, wątroby, z wątroby, wątrobę
Συκώτι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συκώτι

συκώτι σαβόρε, συκώτι με μέλι, συκώτι αργυρώ, συκώτι μοσχαρίσιο, συκώτι μοσχαρίσιο θεικό, συκώτι λεξικό γλώσσας πολωνικά, συκώτι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • συκοφαντία στα πολωνικά - oczernianie, oszczerstwo, zniesławienie, kalumnia, potwarz, pomówienie, szkalowanie
  • συκοφαντικός στα πολωνικά - oszczerczy, sykofancki, sycophantic
  • συλλέγω στα πολωνικά - ściągać, kolekta, zestawiać, gromadzić, kompletować, nagromadzić, kilof, ...
  • συλλέκτης στα πολωνικά - odbierak, zestawiacz, kwestarz, zbieracz, inkasent, kolektor, poborca, ...
Τυχαίες λέξεις
Συκώτι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wątróbka, wątroba, wątroby, z wątroby, wątrobę