Συκώτι στα ολλανδικά

Μετάφραση: συκώτι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lever, de lever, lever-, leveraandoening, levertransplantatie
Συκώτι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συκώτι

συκώτι σαβόρε, συκώτι με μέλι, συκώτι αργυρώ, συκώτι μοσχαρίσιο, συκώτι μοσχαρίσιο θεικό, συκώτι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, συκώτι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • συκοφαντία στα ολλανδικά - eerroof, laster, smaad, belasteren, lasteren, lastering
  • συκοφαντικός στα ολλανδικά - kruiperig, sycophantic, pluimstrijkende, kruiperige, vleierig
  • συλλέγω στα ολλανδικά - verzamelen, afrukken, keus, oprapen, afplukken, steken, keuze, ...
  • συλλέκτης στα ολλανδικά - verzamelaar, Verzamelaars, collector, inzamelaar, collector van
Τυχαίες λέξεις
Συκώτι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: lever, de lever, lever-, leveraandoening, levertransplantatie