Τέντωμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: τέντωμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ruožas, stretch, tempimas, ištempti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τέντωμα
τέντωμα σύρματος, τέντωμα αλυσίδας, τέντωμα στην εγκυμοσύνη, τέντωμα συνώνυμα, τέντωμα σώματος, τέντωμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τέντωμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- τένις στα λιθουανικά - tenisas, teniso, tennis
- τέντα στα λιθουανικά - palapinė, palapinę, palapinės, palapinių, tent
- τέρας στα λιθουανικά - pabaisa, baisūnas, monstras, Monster, monstrą
- τέρμα στα λιθουανικά - pabaiga, galas, pabaigos, galutinio, pabaigoje
Τυχαίες λέξεις
Τέντωμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: ruožas, stretch, tempimas, ištempti
Μεταφράσεις: ruožas, stretch, tempimas, ištempti