Τέντωμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: τέντωμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rekken, uitrekken, stretch, stuk, rek
Τέντωμα στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τέντωμα

τέντωμα σύρματος, τέντωμα αλυσίδας, τέντωμα στην εγκυμοσύνη, τέντωμα συνώνυμα, τέντωμα σώματος, τέντωμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τέντωμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τένις στα ολλανδικά - tennis, tennissen, tennisbaan, tennisbanen
  • τέντα στα ολλανδικά - tent, tentje, de tent, tenten, tent van
  • τέρας στα ολλανδικά - monster, gedrocht, wangedrocht, mormel, ondier, rotbeest, monster van, ...
  • τέρμα στα ολλανδικά - einde, eind, uiteinde, end, afloop
Τυχαίες λέξεις
Τέντωμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: rekken, uitrekken, stretch, stuk, rek