Υπομένω στα λιθουανικά
Μετάφραση: υπομένω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kentėti, ištverti, iškęsti, kęsti, pakelti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπομένω
υπομένω συνώνυμα, υπομένω αόριστος, υπομένω συνώνυμο, υπομένω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υπομένω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- υπολογιστής στα λιθουανικά - skaičiuoklė, skaičiuotuvas, Išlaidų skaičiuoklė, Calculator, Skaièiuoklì
- υπολοχαγός στα λιθουανικά - leitenantas, Generolas leitenantas, leitenanto, pulkininkas, leitenantą
- υπομονή στα λιθουανικά - pakantumas, kantrybė, kantrybės, kantrybę, ištvermė, kantrybe
- υπομονετικά στα λιθουανικά - kantriai, kantrūs, kantrus
Τυχαίες λέξεις
Υπομένω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kentėti, ištverti, iškęsti, kęsti, pakelti
Μεταφράσεις: kentėti, ištverti, iškęsti, kęsti, pakelti