Φωτίζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: φωτίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lengvas, lempa, žiebtuvėlis, šviesa, šviesis, palengvinti, apšviesti, pašviesinti, Palengvinant, sušvelninti
Φωτίζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φωτίζω

φωτίζω συνώνυμα, φωνάζω συνώνυμα, φωτίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φωτίζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • φωναχτά στα λιθουανικά - garsiai, balsu, balsiai
  • φωνητικός στα λιθουανικά - vokalas, vokalinis, vokalo, vokalinė, vocal
  • φωτεινότητα στα λιθουανικά - šviesis, šviesumas, švytėjimas, šviesio, apšviestumo, Šviesis
  • φωτερό στα λιθουανικά - mėnulis, palydovas, fotero
Τυχαίες λέξεις
Φωτίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lengvas, lempa, žiebtuvėlis, šviesa, šviesis, palengvinti, apšviesti, pašviesinti, Palengvinant, sušvelninti