Φωτίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: φωτίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ablaknyílás, fényforrás, könnyítsen, világosítani, világosításához, enyhíteni, világosabbá
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φωτίζω
φωτίζω συνώνυμα, φωνάζω συνώνυμα, φωτίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, φωτίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- φωναχτά στα ουγγρικά - fennhangon, hangosan, hangos, fel hangosan
- φωνητικός στα ουγγρικά - ének, vokális, vokál, énekes, hangos
- φωτεινότητα στα ουγγρικά - fényesség, fényerő, luminozitás, fényerősség, fényereje
- φωτερό στα ουγγρικά - hónap, hold, fotero
Τυχαίες λέξεις
Φωτίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ablaknyílás, fényforrás, könnyítsen, világosítani, világosításához, enyhíteni, világosabbá
Μεταφράσεις: ablaknyílás, fényforrás, könnyítsen, világosítani, világosításához, enyhíteni, világosabbá