Επιτηδειότητα στα νορβηγικά
Μετάφραση: επιτηδειότητα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ferdighet, ferdigheter, spill, dyktighet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτηδειότητα
επιτηδειότητα συνώνυμο, επιτηδειοτητα συνώνυμο, επιτηδειότητα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επιτηδειότητα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- επιταχύνω στα νορβηγικά - fremskynde, akselerere, fart, hastighet, hastigheten
- επιτελείο στα νορβηγικά - avstøpning, kast, ansatte, personale, stab, personalet, staff
- επιτηδευμένος στα νορβηγικά - meretricious
- επιτηδεύομαι στα νορβηγικά - fingere, epitidefomai
Τυχαίες λέξεις
Επιτηδειότητα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: ferdighet, ferdigheter, spill, dyktighet
Μεταφράσεις: ferdighet, ferdigheter, spill, dyktighet