Επιτηδειότητα στα φινλανδικά
Μετάφραση: επιτηδειότητα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
taitavuus, taito, taitoa, taitojen, ammattitaidon, taitoja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτηδειότητα
επιτηδειότητα συνώνυμο, επιτηδειοτητα συνώνυμο, επιτηδειότητα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επιτηδειότητα στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- επιταχύνω στα φινλανδικά - virkistää, kiihtyä, siivittää, elvyttää, kiihdyttää, nopeuttaa, jouduttaa, ...
- επιτελείο στα φινλανδικά - hahmo, viskattu, harhailla, valu, muotti, muoto, paiskoa, ...
- επιτηδευμένος στα φινλανδικά - kopea, keinotekoinen, epäluonnollinen, mairea, nokkava, korskea, epäaito, ...
- επιτηδεύομαι στα φινλανδικά - tekeytyä, leikkiä, näytellä, teeskennellä, epitidefomai
Τυχαίες λέξεις
Επιτηδειότητα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: taitavuus, taito, taitoa, taitojen, ammattitaidon, taitoja
Μεταφράσεις: taitavuus, taito, taitoa, taitojen, ammattitaidon, taitoja