Προσήλωση στα νορβηγικά
Μετάφραση: προσήλωση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
anvendelse, dedikasjon, engasjement, omtanke, innvielsen, satsing
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσήλωση
προσήλωση ετυμολογία, προσήλωση english, προσηλωση συνώνυμο, προσήλωση στο στόχο, προσήλωση στη μάρκα, προσήλωση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, προσήλωση στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- προσάρτημα στα νορβηγικά - blindtarm, vedlegg, vedlegget, feste
- προσέγγιση στα νορβηγικά - tilnærming, tilnærmingen, metode, måte
- προσήνεια στα νορβηγικά - affability
- προσανατολίζω στα νορβηγικά - orient, orientere, Orienten, å orientere, orientere seg
Τυχαίες λέξεις
Προσήλωση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: anvendelse, dedikasjon, engasjement, omtanke, innvielsen, satsing
Μεταφράσεις: anvendelse, dedikasjon, engasjement, omtanke, innvielsen, satsing