Προσήλωση στα τούρκικα
Μετάφραση: προσήλωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uygulama, sadakat, bağlılık, ithaf, özveri, bağlılığı, adanmışlık
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσήλωση
προσήλωση ετυμολογία, προσήλωση english, προσηλωση συνώνυμο, προσήλωση στο στόχο, προσήλωση στη μάρκα, προσήλωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, προσήλωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- προσάρτημα στα τούρκικα - haciz, ek, bağlanma, eki, bağlantı
- προσέγγιση στα τούρκικα - yaklaşım, yaklaşımı, bir yaklaşım, yaklaşımın
- προσήνεια στα τούρκικα - hoşluk, affability, nezaket, sokulganlık, naziklik
- προσανατολίζω στα τούρκικα - şark, orient, yönlendirmek, Doğu, doğuya özgü
Τυχαίες λέξεις
Προσήλωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: uygulama, sadakat, bağlılık, ithaf, özveri, bağlılığı, adanmışlık
Μεταφράσεις: uygulama, sadakat, bağlılık, ithaf, özveri, bağlılığı, adanmışlık