Σφηνώνω στα νορβηγικά

Μετάφραση: σφηνώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
losje, syltetøy, jam, topp, papirstopp, fastkjørte papiret
Σφηνώνω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφηνώνω

σφηνώνω στα αγγλικα, σφηνώνω συνώνυμα, σφηνώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, σφηνώνω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • σφετερίζομαι στα νορβηγικά - passende, tilrive, usurp, røve, tilrane, rane til seg
  • σφετερισμός στα νορβηγικά - tilraning, flytting, usurpasjon, berøvelsen, usurpation
  • σφικτά στα νορβηγικά - tett, godt, stramt, hardt, fast
  • σφιχτός στα νορβηγικά - gjerrig, stram, tett, trang, stramt, stramme
Τυχαίες λέξεις
Σφηνώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: losje, syltetøy, jam, topp, papirstopp, fastkjørte papiret