Uitsluitend στα ελληνικά

Μετάφραση: uitsluitend, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόλις, απλώς, αλλά, όμως, αποκλειστικότητα, απλά, αποκλειστικός, μόνο, δίκαιος, αποκλειστικά, αποκλειστικώς, αποκλειστικά και μόνο, αποκλειστική
Uitsluitend στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afvaardiging στα ελληνικά - παραγγελία, αντιπροσωπεία, αποστολή, παραγγέλλω, εξουσιοδότηση, αντιπροσωπείας, αντιπροσωπία, ...
  • gebladerte στα ελληνικά - φύλλωμα, φύλλο, φυλλώματα, φυλλώματος, το φύλλωμα, φύλλα
  • halfdonker στα ελληνικά - λυκόφως, σουρούπωμα, σούρουπο, το σούρουπο, dusk, βράδυ, το βράδυ
  • lager στα ελληνικά - σχέση, στάση, έδρανο, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, ...
Τυχαίες λέξεις
Uitsluitend στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόλις, απλώς, αλλά, όμως, αποκλειστικότητα, απλά, αποκλειστικός, μόνο, δίκαιος, αποκλειστικά, αποκλειστικώς, αποκλειστικά και μόνο, αποκλειστική