Maar στα ελληνικά

Μετάφραση: maar, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλλά, ακόμα, μόνο, αποκλειστικά, απλά, μόλις, ωστόσο, δίκαιος, ήρεμος, όμως, απλώς, γαλήνιος, ακίνητος, αλλά η, αλλά και
Maar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • maand στα ελληνικά - φεγγάρι, μήνας, φωτερό, μήνα, μηνός, μηνών, το μήνα
  • maandelijks στα ελληνικά - μηνιαίος, μηνιαία, μηνιαίες, μηνιαίο, μηνιαίων
  • maart στα ελληνικά - βαδίζω, μάρτιος, Μάρτιος, Μαρτίου, πορεία, Μάρτιο, Μάρτιο του
  • maas στα ελληνικά - δίχτυ, βρόγχος, πλέγμα, βρόχος, ζεύξη, θηλιά, ματιών, ...
Τυχαίες λέξεις
Maar στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλλά, ακόμα, μόνο, αποκλειστικά, απλά, μόλις, ωστόσο, δίκαιος, ήρεμος, όμως, απλώς, γαλήνιος, ακίνητος, αλλά η, αλλά και