Βιβλικός στα ολλανδικά
Μετάφραση: βιβλικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bijbels, bijbelse, de bijbelse, Biblical, Bijbel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιβλικός
βιβλικός κύκλος, βιβλικός σύνδεσμος, βιβλικός γίγαντας, βιβλικός προφήτης, βιβλικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βιβλικός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- βιβλιάριο στα ολλανδικά - boek, reserveren, boeken, bestellen, scenario, script, aanvragen, ...
- βιβλιαράκι στα ολλανδικά - libretto, brochure, boekje, operatekst, boekjes, booklet, katern
- βιβλιοδετώ στα ολλανδικά - binden, inbinden, boekbinder, binder, boekbindster, boekbinderij, bookbinder
- βιβλιοθήκη στα ολλανδικά - boekerij, bibliotheek, library, de bibliotheek, bibliotheek van
Τυχαίες λέξεις
Βιβλικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bijbels, bijbelse, de bijbelse, Biblical, Bijbel
Μεταφράσεις: bijbels, bijbelse, de bijbelse, Biblical, Bijbel