Θυμάμαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: θυμάμαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onthouden, gedenken, herinneren, niet vergeten, zich herinneren
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θυμάμαι
θυμάμαι ροκκος στίχοι, θυμάμαι μονάχα τη θάλασσα, θυμάμαι συνώνυμα, θυμάμαι που γελούσες να μείνω μου ζητούσες παιδί, θυμάμαι - στέλιος ρόκκος, θυμάμαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θυμάμαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- θυγατρική στα ολλανδικά - secundair, bijkomstig, bijkomend, bijbehorend, aanhangsel, dochteronderneming, dochtermaatschappij, ...
- θυελλώδης στα ολλανδικά - buiig, squally, vlagerige, vlagerig
- θυμάρι στα ολλανδικά - tijm, thyme, thijm, de tijm
- θυμίαμα στα ολλανδικά - wierook, reukwerk, van wierook, reukwerks
Τυχαίες λέξεις
Θυμάμαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onthouden, gedenken, herinneren, niet vergeten, zich herinneren
Μεταφράσεις: onthouden, gedenken, herinneren, niet vergeten, zich herinneren