Θυμάμαι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: θυμάμαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
recordar, remédio, acura, recordação, reevocar, recorde, lembrar, rebelião, lembro, se lembrar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θυμάμαι
θυμάμαι ροκκος στίχοι, θυμάμαι μονάχα τη θάλασσα, θυμάμαι συνώνυμα, θυμάμαι που γελούσες να μείνω μου ζητούσες παιδί, θυμάμαι - στέλιος ρόκκος, θυμάμαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θυμάμαι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- θυγατρική στα πορτογαλικά - acessório, filial, anexo, secundário, subsidiário, subsidiária, controlada
- θυελλώδης στα πορτογαλικά - tempestuoso, borrascoso, squally
- θυμάρι στα πορτογαλικά - tomilho, thyme, de tomilho, o tomilho, do tomilho
- θυμίαμα στα πορτογαλικά - incenso, de incenso, incense, o incenso, incensos
Τυχαίες λέξεις
Θυμάμαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: recordar, remédio, acura, recordação, reevocar, recorde, lembrar, rebelião, lembro, se lembrar
Μεταφράσεις: recordar, remédio, acura, recordação, reevocar, recorde, lembrar, rebelião, lembro, se lembrar