Κίνημα στα ολλανδικά

Μετάφραση: κίνημα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
veldtocht, slag, beweging, zet, campagne, verkeer, verplaatsing, bewegingen, bewegen
Κίνημα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κίνημα

κίνημα αλληλεγγύης ελευθέρων επαγγελματιών ελλάδος, κίνημα υπέρβαση, κίνημα 3ης απριλίου, κίνημα νεοτούρκων, κίνημα εθνικής άμυνας, κίνημα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κίνημα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κίβδηλος στα ολλανδικά - nabootsing, vals, vervalsing, namaak, navolging, nagemaakt, nagemaakte
  • κίνδυνος στα ολλανδικά - perikel, waagstuk, gewaagdheid, riskeren, uitzicht, kans, toeval, ...
  • κίνηση στα ολλανδικά - verlopen, slag, reizen, ontroeren, overbrengen, resolutie, verleggen, ...
  • κίνητρο στα ολλανδικά - beweegreden, motivatie, aanleiding, term, premie, motief, prikkel, ...
Τυχαίες λέξεις
Κίνημα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: veldtocht, slag, beweging, zet, campagne, verkeer, verplaatsing, bewegingen, bewegen