Κυνικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: κυνικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
cynisch, hoektand, honds, honden, hond, canine
Κυνικός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυνικός

κυνικός διογένης, κυνικός φιλόσοφος, κυνικός λεξικό, κυνικός συνώνυμο, κυνικός φιλόσοφος μένιππος, κυνικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κυνικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κυνηγός στα ολλανδικά - jager, Hunter, jagers, jager van
  • κυνηγώ στα ολλανδικά - schacht, jagen, stam, achtervolging, vervolging, verdrijven, narennen, ...
  • κυνισμός στα ολλανδικά - cynisme, het cynisme, cynisch, cynische
  • κυοφορία στα ολλανδικά - dracht, zwangerschap, de dracht, de zwangerschap, draagtijd
Τυχαίες λέξεις
Κυνικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: cynisch, hoektand, honds, honden, hond, canine