Ράντισμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: ράντισμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
spuiten, spuit, squirt, straal, verstuiven
Ράντισμα στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ράντισμα

ράντισμα ελιάς, ράντισμα βερικοκιάς, ράντισμα με χαλκό, ράντισμα καρυδιάς, ράντισμα ντομάτας, ράντισμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ράντισμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ράμπα στα ολλανδικά - oprit, helling, ramp, opvoeren, het opvoeren
  • ράμφος στα ολλανδικά - vogelbek, plakkaat, rekening, factuur, tuit, aanplakbiljet, rondschrijven, ...
  • ράντσο στα ολλανδικά - goed, bezitting, landgoed, boerderij, Ranch, boerderij van
  • ράπισμα στα ολλανδικά - sterke slag, Biff, dreun, geklap en, geklap
Τυχαίες λέξεις
Ράντισμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: spuiten, spuit, squirt, straal, verstuiven