Ράντισμα στα τούρκικα

Μετάφραση: ράντισμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fışkırtma, bücür, nanemolla, fışkırma, fıskiye
Ράντισμα στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ράντισμα

ράντισμα ελιάς, ράντισμα βερικοκιάς, ράντισμα με χαλκό, ράντισμα καρυδιάς, ράντισμα ντομάτας, ράντισμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, ράντισμα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ράμπα στα τούρκικα - rampa, rampası, ramp, yokuş, şahlanmak
  • ράμφος στα τούρκικα - levha, gaga, afiş, fatura, hesap, gagası, gaganın, ...
  • ράντσο στα τούρκικα - çiftlik, ahır, ranch, çiftliği, çiftliğinde
  • ράπισμα στα τούρκικα - yumruklamak, Biff, yumruk, yumruk vurmak, Biff'in
Τυχαίες λέξεις
Ράντισμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: fışkırtma, bücür, nanemolla, fışkırma, fıskiye