Ράντισμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ράντισμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
esguicho, esguinche, esguincha, esguinchar, jato
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ράντισμα
ράντισμα ελιάς, ράντισμα βερικοκιάς, ράντισμα με χαλκό, ράντισμα καρυδιάς, ράντισμα ντομάτας, ράντισμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ράντισμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ράμπα στα πορτογαλικά - rampa, ramp, rampa de, de rampa, da rampa
- ράμφος στα πορτογαλικά - bico, circular, conta, edital, papeleta, bilhete, factura, ...
- ράντσο στα πορτογαλικά - fazenda, ramificar, rancho, granja, Ranch, estância, do rancho
- ράπισμα στα πορτογαλικά - pancada, golpe, sopapo, golpear, biff
Τυχαίες λέξεις
Ράντισμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: esguicho, esguinche, esguincha, esguinchar, jato
Μεταφράσεις: esguicho, esguinche, esguincha, esguinchar, jato