Ρουφώ στα ολλανδικά
Μετάφραση: ρουφώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
opzuigen, lurken, zuigen, zuig, te zuigen, zuigt, pijpen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρουφώ
ρουφάω στα αγγλικά, ρουφώ συνώνυμα, ρουφώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ρουφώ στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ρουτίνα στα ολλανδικά - routine, sleur, routinematige, routinematig
- ρουφήχτρα στα ολλανδικά - draaikolk, maalstroom, whirlpool, bubbelbad, een whirlpool
- ρουχισμός στα ολλανδικά - kledingstuk, kleding, kleren, kleding van, kleding voor, kledingstukken
- ροχάλα στα ολλανδικά - flegma, rochala
Τυχαίες λέξεις
Ρουφώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: opzuigen, lurken, zuigen, zuig, te zuigen, zuigt, pijpen
Μεταφράσεις: opzuigen, lurken, zuigen, zuig, te zuigen, zuigt, pijpen