Ρουφώ στα τούρκικα
Μετάφραση: ρουφώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
emmek, berbat, emmeye, emer, emme
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρουφώ
ρουφάω στα αγγλικά, ρουφώ συνώνυμα, ρουφώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, ρουφώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ρουτίνα στα τούρκικα - rutin, rutin bir, rutin olarak, yordamı
- ρουφήχτρα στα τούρκικα - burgaç, girdap, Whirlpool, jakuzi, jakuzili, anafor
- ρουχισμός στα τούρκικα - giyim, giysi, giysiler, giysileri, kıyafetler
- ροχάλα στα τούρκικα - rochala
Τυχαίες λέξεις
Ρουφώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: emmek, berbat, emmeye, emer, emme
Μεταφράσεις: emmek, berbat, emmeye, emer, emme