Ρουφώ στα φινλανδικά
Μετάφραση: ρουφώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
imu, imeskellä, imeminen, imeä, imettää, imevät, suck, surkea
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρουφώ
ρουφάω στα αγγλικά, ρουφώ συνώνυμα, ρουφώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ρουφώ στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- ρουτίνα στα φινλανδικά - rutiini, jokapäiväinen, funktio, tottumus, rutiinia, rutiininomaisesti, rutiininomainen, ...
- ρουφήχτρα στα φινλανδικά - syöveri, kurimus, pyörre, poreallas, poreamme, Whirlpool
- ρουχισμός στα φινλανδικά - vaatettaminen, vaatetus, pukineet, vaatteet, vaateparsi, asu, vaatteita, ...
- ροχάλα στα φινλανδικά - rochala
Τυχαίες λέξεις
Ρουφώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: imu, imeskellä, imeminen, imeä, imettää, imevät, suck, surkea
Μεταφράσεις: imu, imeskellä, imeminen, imeä, imettää, imevät, suck, surkea