Σκωρία στα ολλανδικά
Μετάφραση: σκωρία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slak, slakken, slag, van slakken
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκωρία
σκωρία κάδου, σκωρία υψικαμίνων, σκωρία σιδηρονικελίου, σκωρία λεξικο, σκωρία ηλεκτροκαμίνων, σκωρία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σκωρία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σκυτάλη στα ολλανδικά - stok, staf, wapenstok, dirigeerstok, stokje, baton
- σκυταλοδρομία στα ολλανδικά - estafette, estafetteloop, relaisras, estafettewedstrijd, estafetterace
- σκόνη στα ολλανδικά - afval, rommel, prullaria, puin, vuil, stof, rommelzooi, ...
- σκόντο στα ολλανδικά - rabat, korting, Skonto, van Skonto, het Skonto, de Skonto
Τυχαίες λέξεις
Σκωρία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: slak, slakken, slag, van slakken
Μεταφράσεις: slak, slakken, slag, van slakken